• Αρχική
  • Λίγα λόγια
  • Φυτά
    • Εσωτερικού Χώρου
    • Εξωτερικού Χώρου
    • Οπωροφόρα
    • Λαχανικά
    • Προβλήματα φυτών
  • Χρήσιμα Άρθρα
    • Αρωματικά Φυτά
    • Ειδήσεις – Προτάσεις
    • Εναλλακτικες Καλλιέργειες
    • Λαχανικά
    • Νέες Καλλιέργειες
    • Φροντίδα Φυτών
    • Φυτά
  • Υπηρεσίες
  • Επικοινωνία
  • Περιοχή Νέου Κοιμητηρίου 681 00 Αλεξανδρούπολη
  • giantsaki.plants@mail.com
Facebook-f Pinterest
  • Αρχική
  • Λίγα λόγια
  • Φυτά
    • Εσωτερικού Χώρου
    • Εξωτερικού Χώρου
    • Οπωροφόρα
    • Λαχανικά
    • Προβλήματα φυτών
  • Χρήσιμα Άρθρα
    • Αρωματικά Φυτά
    • Ειδήσεις – Προτάσεις
    • Εναλλακτικες Καλλιέργειες
    • Λαχανικά
    • Νέες Καλλιέργειες
    • Φροντίδα Φυτών
    • Φυτά
  • Υπηρεσίες
  • Επικοινωνία
  • Αρχική
  • Λίγα λόγια
  • Φυτά
    • Εσωτερικού Χώρου
    • Εξωτερικού Χώρου
    • Οπωροφόρα
    • Λαχανικά
    • Προβλήματα φυτών
  • Χρήσιμα Άρθρα
    • Αρωματικά Φυτά
    • Ειδήσεις – Προτάσεις
    • Εναλλακτικες Καλλιέργειες
    • Λαχανικά
    • Νέες Καλλιέργειες
    • Φροντίδα Φυτών
    • Φυτά
  • Υπηρεσίες
  • Επικοινωνία
  • Αρχική
  • Λίγα λόγια
  • Φυτά
    • Εσωτερικού Χώρου
    • Εξωτερικού Χώρου
    • Οπωροφόρα
    • Λαχανικά
    • Προβλήματα φυτών
  • Χρήσιμα Άρθρα
    • Αρωματικά Φυτά
    • Ειδήσεις – Προτάσεις
    • Εναλλακτικες Καλλιέργειες
    • Λαχανικά
    • Νέες Καλλιέργειες
    • Φροντίδα Φυτών
    • Φυτά
  • Υπηρεσίες
  • Επικοινωνία
Λαχανικά – Εισαγωγή
Home Portfolio Λαχανικά – Εισαγωγή
ΛαχανικάΛΑΧΑΝΙΚΑ - ΓΕΝΙΚΑ
June 26
2 Likes

Λαχανικά


Ένας από τους Τρόπους ταξινόμησης λαχανικών
Μια πιο πρακτική ταξινόμηση των λαχανικών βασίζεται στο τμήμα του φυτού που μπορεί να φαγωθεί και χρησιμοποιείται ως τροφή. Το φαγώσιμο τμήμα ενός λαχανικού μπορεί να είναι: 1. η ρίζα (καρότο) [Ριζωματώδη] 2. στέλεχος-κόνδυλος (πατάτα-σπαράγγι)[Στελαχώδη-Κονδυλώδη] 3. τα φύλλα (μαρούλι) [Φυλλώδη] 4. ο βολβός-ανώριμο άνθος(κρεμμύδι-αγκινάρα) [Βολβώδη-Ανωτ. Ταξιαν.] 5. ο ώριμος – ανώριμος καρπός (ντομάτα-μελιτζάνα) [Καρποφόρα-Φρουτώδη] Πηγές:
  • Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
  • Πηγή:Καλλιεργώ! – Άρθρα, συμβουλές, οδηγίες

Ριζωματώδη:

(Η ρίζα)

Παντζάρι (Τεύτλο ή κοκκινογούλι)

Το παντζάρι (Beta Vulgaris) αποτελεί εξαιρετική πηγή βιταμινών και ιχνοστοιχείων, λόγω της περιεκτικότητάς του σε φώσφορο, σίδηρο, ιώδιο, θείο, ασβέστιο, μεταλλικά άλατα, βιταμίνη Β. Το παντζάρι έχει θεραπευτικές ιδιότητες, συγκεκριμένα συμβάλλει στην καταπολέμηση της γρίππης, της βρογχίτιδας και της αναιμίας. Επίσης βοηθάει και στην ανάρρωση από γαστρορραγία, ενώ ο χυμός του είναι ευεργετικός για προβλήματα υπέρτασης, καρδιαγγειακά και προβλήματα αρτηριοσκλήρωσης, και καθαρίζει τα νεφρά και τη χολή. Καταναλώνεται κυρίως βραστό σαν σαλάτα, αλλά περιλαμβάνεται σε διάφορα πιάτα και σαλάτες.

Καρότο

Το καρότο ή καρώτο είναι φυτό μονοετές ή διετές και ανήκει στο γένος Δαύκος (Daucus) της οικογένειας των Σελινοειδών. Προέρχεται από το Αφγανιστάν και τις γύρω περιοχές, ενώ ήταν γνωστό φαρμακευτικό φυτό στην Αρχαία Ελλάδα με το όνομα Σταφλίνος. Στην Ευρώπη η καλλιέργεια του ξεκίνησε το 13ο αιώνα και ήταν χρώματος μοβ, εξαιτίας κάποιων χρωστικών που περιείχε. Καρότα διαφόρων χρωμάτων Η ρίζα του είναι σαρκώδης με κωνικό μακρύ σχήμα και χρώμα πορτοκαλί, κίτρινο ή λευκό ανάλογα με την ποικιλία. Οι διάφορες ποικιλίες καρότου διακρίνονται από διαφορές στο σχήμα, το χρώμα και το μήκος της ρίζας. Τα φύλλα βγαίνουν από τη κορυφή της ρίζας και έχουν μακρύ μίσχο. Τη δεύτερη χρονιά αναπτύσσονται τα άνθη που είναι λευκά, κιτρινωπά ή ρόδινα.

Ραπανάκι

Το ρεπάνι κοινώς γνωστό και ως ραπάνι είναι μονοετές ή διετές φυτό του γένους Ράφανος και ανήκει στην οικογένεια των Κραμβοειδών (Brassicaceae). Η χρήση του ραπανιού, που στην αρχαιότητα ήταν γνωστό ως ραφανίδα (Θεόφραστος), αναφέρεται στη θεραπευτική από πολλούς αρχαίους συγγραφείς. Το συνιστούσαν ως ορεκτικό, αντιβηχικό, για τη διάλυση νεφρολίθων, χολόλιθων, ως φάρμακο κατά της υδρωπικίας, του ερυσιπέλατος, της αρθρίτιδας, των ηπατικών παθήσεων, κτλ. Το όνομα ραφανίς (ραπάνι) είναι πιθανό να προέρχεται από σύντμηση των λέξεων ραδίως – φαίνεσθαι, εξαιτίας της γρήγορης ανάπτυξης του φυτού. Καλλιεργείται για τη σαρκώδη ρίζα του σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο.

Στελεχώδη – Κονδυλώδη

Σπαράγγι

Το σπαράγγι (Asparagus officinalis) ήταν γνωστό στην αρχαία Αίγυπτο καθώς έχουν βρεθεί τοιχογραφίες στις πυραμίδες όπου πιστεύεται ότι χρονολογούνται γύρω στο 5000 π.χ. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι το καλλιεργούσαν, μπορεί να ήταν και αυτοφυές. Στην Μικρά Ασία πιστεύεται ότι καλλιεργήθηκε 2000 χρόνια πριν από την εποχή των Ρωμαίων, ήταν γνωστό φάρμακο για τον οδοντόπονο, καρδιοπάθεια, νύγματα εντόμων και άλλες περιπτώσεις. Από τη Μεσόγειο διαδόθηκε στη Βόρεια Ευρώπη και από εκεί στη Βόρεια Αμερική. Στη Βόρεια Ευρώπη διαδόθηκε η παραγωγή λευκών σπαραγγιών, ενώ στη Βόρεια Αμερική η καλλιέργεια πράσινου σπαραγγιού. Στην Ελλάδα εμφανίστηκε ως άγριο, αυτοφυές φυτό σε πολλές υγρές, ημιορεινές περιοχές με την ονομασία «βλαστάρια». Γρήγορα εκτιμήθηκε η αξία του για τις διάφορες φαρμακευτικές και διαιτητικές του ιδιότητες, γι’ αυτό και άρχισε η εντατική καλλιέργειά του.
Πατάτα
Η πατάτα (επιστ. Στρύχνον το κονδυλόρριζον, Solanum tuberosum) γνωστή και ως “γεώμηλο”, είναι φυτό που ανήκει στην οικογένεια των Στρυχνοειδών (Solanaceae). Καλλιεργείται για τους εδώδιμους κονδύλους της, οι οποίοι είναι πλούσιοι σε άμυλο και αποτελούν τροφή μεγάλης θρεπτικής αξίας. Είναι φυτό ιθαγενές των υψιπέδων του Mεξικού, του Περού, της Xιλής και της Kολομβίας, περιοχές όπου ζούσαν Ινδιάνοι, Ίνκας, Αζτέκοι. Μεταφέρθηκε από τη Νότιο Αμερική στην Ισπανία από Ισπανούς εξερευνητές και γρήγορα επεκτάθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη. Είναι ευρύτατα διαδεδομένη στην Ελλάδα και αποτελεί τμήμα της βασικής διατροφής του πληθυσμού.[εκκρεμεί παραπομπή] Στην Ελλάδα την έφερε ο Ιωάννης Καποδίστριας. Στην αρχή καλλιεργήθηκε σε περιορισμένη κλίμακα, πειραματικά, στην περιοχή της Tίρυνθας. Λέγεται μάλιστα ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας λόγω της επιφυλακτικότητας των Ελλήνων προς το νέο τρόφιμο τις κλείδωνε σε αποθήκες τις οποίες εσκεμμένα άφηνε αφύλακτες τη νύχτα, ώστε να μπορεί ο λαός να τις κλέψει νομίζοντας ότι είναι πολύτιμες. Η παραγωγή πατάτας ήταν πολύ σημαντική, ιδιαίτερα στα δύσκολα χρόνια των Παγκοσμίων πολέμων, αφού έθρεψε και κράτησε ζωντανούς πολλούς ανθρώπους. Ευδοκιμεί καλύτερα σε δροσερό, υγρό κλίμα. Η Γερμανία, η Ρωσία και η Πολωνία είναι οι μεγαλύτερες πατατοπαραγωγές χώρες της Ευρώπης.
Ηλίανθος
Ο Ηλίανθος (Helianthus) είναι γένος Αγγειόσπερμων Δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια των Σύνθετων (Compositae) της τάξης των Αστερωδών (Asterales). Περιλαμβάνει 65 ως 100 περίπου είδη, πολυετή ή μονοετή ποώδη, ιθαγενή της αμερικανικής ηπείρου. Η καλλιέργεια του ήταν γνωστή από το 3000 π.χ. Είναι ψηλά φυτά με φύλλα μεγάλα, ωοειδή, οδοντωτά στην περιφέρεια και τριχωτά. Η ονομασία του γένους οφείλεται στο γεγονός ότι η ταξιανθία (κεφαλή) ακολουθεί τον ήλιο καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας και στρέφεται πάλι προς την ανατολή το πρωί. Η κίνηση αυτή που οφείλεται σε κάμψη του βλαστού, σταματά μετά την άνθηση και την γονιμοποίηση των ανθέων και τα κεφάλια παραμένουν στραμμένα προς την ανατολή. Σημαντικότερο είδος είναι ο Ηλίανθος ο ετήσιος (H. annuus) (κοινή ονομασία: Ήλιος), μονοετές φυτό που ως αυτοφυές έχει πολύκλαδο βλαστό με ύψος που κυμαίνεται από 1 έως 5 μέτρα και φέρει πολλά μικρά κεφάλια. Ο Ηλίανθος είναι το δεύτερο σημαντικότερο ελαιοδοτικό φυτό. Καλλιεργείται για το λάδι του σε μεγάλη κλίμακα σε πολλές εύκρατες χώρες όπως π.χ. Χιλή, Ουρουγουάη, Αργεντινή, Τουρκία, Ινδία, Αίγυπτο, Αγγλία, ΗΠΑ και κυρίως στη Ρωσία όπου με βελτίωση ποικιλιών η απόδοση σε έλαιο φτάνει το 50%. Άλλο σημαντικό είδος του γένους Helianthus είναι ο Ηλίανθος ο κονδυλώδης

Φυλλώδη

(τα φύλλα)

Λάχανο

Το λάχανο (επιστ. Κράμβη η λαχανώδης ποικ. κεφαλωτή, Brassica oleracea var. capitata) είναι φυτό διετές, ποώδες και ανήκει στην οικογένεια των Κραμβοειδών. Στην Κύπρο το λάχανο είναι γνωστό ως κραμπί. Ο βλαστός του είναι κοντός και δεν ξεπερνάει τα 35 εκατοστά μέχρι να ανθοφορήσει. Τα φύλλα του βρίσκονται το ένα πάνω στο άλλο με στήριγμα ένα σαρκώδες στέλεχος που αποτελεί τον κύριο άξονα του λάχανου. Τη δεύτερη Άνοιξη βγαίνει στη μέση ένα σκληρό στέλεχος που φέρει μικρά άνθη. Η αναπαραγωγή γίνεται με σπόρο είτε απευθείας σε χωράφι είτε σε φυτώρια ή σπορεία. Όταν το φυτάριο αποκτήσει 5-6 φύλλα τότε γίνεται μεταφύτευση και στη συνέχεια άρδευση. Οι απαιτήσεις του λάχανου σε νερό είναι μεγάλες. Πρέπει να ποτίζεται τακτικά αλλά κανονικά γιατί μεγάλες ποσότητες νερού πιθανόν να προκαλέσουν μεγάλη επέκταση των ριζών και εξασθένιση του φυτού. Το λάχανο αναπτύσσεται κανονικά σε θερμοκρασίες από 15-18 βαθμούς. Το φυτό αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες, ενώ μία ποικιλία αντέχει και μέχρι τους –10 βαθμούς. Το λάχανο είναι από τα κυριότερα λαχανικά και καλλιεργείται σε όλες τις Εύκρατες περιοχές . Τρώγεται είτε ωμό σε σαλάτες είτε μαγειρεμένο. Η γνωστή λαχανοσαλάτα έχει προέλευση από την Ολλανδία. Η λαχανόσουπα είναι ευρέως διαδεδομένη σε πολλές χώρες, οι λαχανοντολμάδες είναι παραδοσιακό Ελληνικό πιάτο και μία λαχανόσουπα με μανιτάρια τρώγεται παραδοσιακά στη Πολωνία την παραμονή της πρωτοχρονιάς και την Ανάσταση. Το λάχανο είναι πλούσιο σε βιταμίνη C και ανόργανα στοιχεία άκρως απαραίτητα για τη σωστή λειτουργία του πεπτικού συστήματος . Έχουν αναπτυχθεί πολλές ποικιλίες λάχανου που χαρακτηρίζονται από την εποχή, τη πρωιμότητα (πρώιμες ή όψιμες), το σχήμα (κωνική, σφαιρική), το βάρος (από μισό έως 6 κιλά), το χρώμα (λευκό ή μώβ) και την υφή της κεφαλής (σκληρή ή μαλακή). Στην Ελλάδα καλλιεργούνται κυρίως άσπρες φθινοπωρινές ποικιλίες όπως Γιαννιώτικα, Αλσατίας, Πρώιμα Νάντης, άσπρα Σαβοΐας και άλλες.

Μαρούλι

Το μαρούλι (Lactuca sativa, Λακτούκα η ήμερη) είναι ετήσιο, ποώδες φυτό γρήγορης ανάπτυξης της οικογένειας Σύνθετα. Καλλιεργείται από τους Ρωμαϊκούς χρόνους και η προέλευση του είναι η Ασία. Αναφέρεται από τον Ηρόδοτο του Θεοφράστου και τον Διοσκορίδη με το όνομα “θριδακίνη” και “θρίδαξ”. Η ρίζα του είναι πασσαλώδης με μήκος έως μισό μέτρο. Τα φύλλα του βγαίνουν από το βλαστό που είναι κοντός χρώματος ανοικτοπράσινου ή βαθυπράσινου. Τα μαρούλια είναι λεία, στρογγυλά ή κατσαρά. Η άνθηση του μαρουλιού γίνεται σταδιακά και οι καρποί του βγαίνουν 10-15 μέρες μετά την άνθηση. Τα μαρούλια πολλαπλασιάζονται με σπόρο. Η σπορά γίνεται σε φυτώρια ή σπορεία και σε 15 περίπου μέρες τα φυτάρια είναι έτοιμα για μεταφύτευση. Ευδοκιμεί σε δροσερές θερμοκρασίες και δεν αντέχει στη ζέστη. Στην Ελλάδα καλλιεργείται από το φθινόπωρο μέχρι την Άνοιξη, και το καλοκαίρι σε ψυχρότερα κλίματα. Για την επιτυχία στην καλλιέργεια πρέπει να υπάρχει αρκετή εδαφική υγρασία, καλός φωτισμός και δροσερές νύχτες. Το μαρούλι τρώγεται ωμό, σκέτο ή σε σαλάτες αλλά και μαγειρεμένο με κρέας (φρικασέ). Οι Η.Π.Α έχουν τη μεγαλύτερη παραγωγή στον κόσμο, ακολουθούν η Κίνα, η Ισπανία και ο Καναδάς. Στην Ελλάδα καλλιεργούνται 19.000 στρέμματα περίπου και η ετήσια παραγωγή φτάνει τους 25.000 τόνους.

Σπανάκι

Το φυτό σπανάκι ανήκει στη τάξη Καρυοφυλλώδη και στην οικογένεια των Χηνοποδιοειδών (Chenopodiaceae). Καλλιεργείται κυρίως στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική ενώ η καταγωγή του είναι από την Ασία. Μονοετές ή διετές φυτό καλλιεργείται για τα παχιά τριγωνικά φύλλα του. Αυτά βρίσκονται κοντά στη ρίζα έχουν χρώμα βαθύ πράσινο και λεία ή κυματιστή επιφάνεια. Όταν η διάρκεια της ημέρας είναι μεγαλύτερη και η θερμοκρασία αρκετά υψηλή τότε αναπτύσσεται ένας βλαστός που φέρει μία ταξιανθία με μικρά άνθη. Ο καρπός είναι ένα πολύ μικρό μονόσπερμο καρύδι που μερικές φορές φέρει και αγκαθωτό περίβλημα. Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με σπορά. Το ψυχρό κλίμα ευνοεί την ανάπτυξη του σπανακιού Στην Ελλάδα γίνεται σπορά από τα μέσα Αυγούστου μέχρι το Φεβρουάριο. Το έδαφος πρέπει να είναι υγρό και ειδικά όταν το σπανάκι είναι μικρό. Τα αμμοπηλώδη εδάφη είναι τα πιο κατάλληλα. Αν δεν υπάρχουν βροχές τότε χρειάζεται λίγο πότισμα. Πολλές από τις καλλιέργειες πάντως είναι ξερικές. Η συγκομιδή γίνεται περίπου 6 εβδομάδες μετά τη σπορά. Υπάρχουν αρκετές ποικιλίες σπανακιού. Οι πιο γνωστές στην Ελλάδα είναι το κοινό σπανάκι, η πριγκίπισσα Τζουλιάνα, το κοντό σπανάκι και το πλατύφυλλο Άργους. Στην Ελλάδα απαντάται και αυτοφυές, ως άγριο σπανάκι, κοινώς η νάνα. Έχουν αναπτυχθεί και κάποια υβρίδια για μεγαλύτερη παραγωγή. Το σπανάκι κυκλοφορεί στην κατανάλωση φρέσκο, κονσερβοποιημένο ή κατεψυγμένο. Ακόμη μπορεί να διατηρηθεί και σε κοινούς καταψύκτες, αφού πρώτα ζεματιστεί, για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Τρώγεται μαγειρεμένο (σπανακόρυζο, σουπιές με σπανάκι), γίνεται διάφορες πίτες (σπανακόπιτα) ή ακόμα τρώγεται και ωμό σε διάφορες σαλάτες. Έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε σίδηρο και βιταμίνες Α ,C, Ε και Κ, χλωροφύλλη, άλατα ιωδίου και σαπωνίνες. Είναι πολύ καλό στη σωστή λειτουργία του εντέρου και κατά της αναιμίας. Στην Ελλάδα καλλιεργούνται 25.000 στρέμματα περίπου και η ετήσια παραγωγή φτάνει τους 36.000 τόνους.

Σέλινο

Το σέλινο (επιστ. Σέλινον το βαρύοσμον, Apium graveolens) είναι διετές, ιθαγενές φυτό του γένους Σέλινον (Apium) της οικογένειας των Σελινοειδών (Apiaceae) (συν. Σκιαδοφόρων (Umbelliferae)). Είναι γνωστό από τα αρχαία χρόνια όταν Έλληνες και Ρωμαίοι το χρησιμοποιούσαν στη μαγειρική και οι Κινέζοι για φάρμακο. Επίσης το θεωρούσαν πένθιμο φυτό γιατί στις νεκρικές τελετές οι πενθούντες φορούσαν στεφάνι από σέλινο. Έντονα αρωματικό φυτό, με σκληρό βλαστό ρίζες σαρκώδεις και ινώδεις, φύλλα με διαιρεμένο έλασμα, οι μίσχοι κυρτωμένοι δημιουργούν αυλάκι. Το ύψος του φτάνει τα 90 εκατοστά και τα σπόρια του είναι αρωματικά, με ίδιο άρωμα με αυτό του φυτού αλλά με πικρότερη και πιο καυστική γεύση. Τα σπόρια του χρησιμοποιούνται ως μπαχαρικό Πολλαπλασιάζεται με σπορά σε θερμοκήπια ή ειδικά σπορεία και στη συνέχεια μεταφυτεύεται σε μικρά σακουλάκια αφού περάσουν 5-7 εβδομάδες. Όταν το ύψος των φυταρίων φτάσει τα 20 εκατοστά περίπου τότε φυτεύονται στη τελική τους θέση. Οι απαιτήσεις σε νερό είναι μεγάλες και το τακτικό πότισμα είναι απαραίτητο ενώ η λίπανση του εδάφους είναι αναγκαία και πρέπει να γίνεται είτε με κοπριά είτε με ειδικά λιπάσματα. Το έντονο άρωμα που έχει το σέλινο οφείλεται σε αιθέριο έλαιο που δίνει στο φυτό ορεκτικές, χωνευτικές και τονωτικές ιδιότητες. Περιέχει σίδηρο, ασβέστιο, φώσφορο και βιταμίνες C, B1, B2 και Κ. Θεωρείται ότι έχει φαρμακευτικές ιδιότητες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε παθήσεις των νεφρών και της ουροδόχου κύστης καθώς και κατά των αρθριτικών παθήσεων.

Βολβοί – Ανώριμες ταξιανθίες

(βολβός-ανώριμο άνθος)
Κουνουπίδι
Το κουνουπίδι (επιστ. Κράμβη η λαχανώδης ποικ. Βοτρύτης, Brassica oleracea var. botrytis) είναι φυτό ποώδες, μονοετές ή διετές και ανήκει στην οικογένεια των σταυρανθών και στο γένος Βράσσικα. Κατάγεται από τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου ενώ αναφορές υπάρχουν και στην Αρχαία Ελλάδα και Αίγυπτο. Το ύψος του μπορεί να φτάσει τα 80 εκατοστά. Τα φύλλα του είναι μακριά και τα εσωτερικά γέρνουν προς το κέντρο του φυτού. Στην κορυφή του σχηματίζεται μία συμπαγής μάζα από υπερτροφικά άνθη και σαρκώδεις μίσχους που λέγεται ανθοκεφαλή. Το κουνουπίδι καλλιεργείται κυρίως στις περιοχές της Μεσογείου, και στις παραθαλάσσιες περιοχές του Ατλαντικού ωκεανού για την ανθοκεφαλή του. Από το Μάιο μέχρι τον Αύγουστο σπέρνεται σε φυτώρια και μετά την πάροδο 1 μήνα, αφού βλαστήσουν, τα μικρά αυτά φυτάρια μεταφυτεύονται στο χωράφι. Είναι ευαίσθητο στις υψηλές θερμοκρασίες και στις πολλές βροχές. Μία μέση θερμοκρασία 10-12 βαθμούς είναι κατάλληλη για την ανάπτυξη του. Μπορεί να καλλιεργηθεί στα περισσότερα εδάφη αρκεί να υπάρχει η κατάλληλη ύδρευση και λίπανση. Ανάλογα με την ποικιλία και την καλλιέργεια η συγκομιδή γίνεται 5 περίπου μήνες μετά τη σπορά. Όταν η ανθοκεφαλή πάρει το συνηθισμένο σχήμα κόβεται μαζί με 3-4 φύλλα που την προστατεύουν κατά τη μεταφορά και από το φως. Στη βόρεια Ευρώπη καλλιεργείται μια μονοετής ποικιλία τους καλοκαιρινούς μήνες. Στην Ελλάδα το κουνουπίδι καλλιεργείται τη χειμερινή περίοδο κυρίως στην Εύβοια, Αττική, Μεσσηνία, Κέρκυρα και Αρκαδία και είναι διετές. Η καλλιέργεια του καλύπτει περίπου 30,000 στρέμματα με παραγωγή πάνω από 36,000 τόνους ετησίως.
Μπρόκολο
Το μπρόκολο είναι ετήσιο φυτό της οικογένειας των Κραμβοειδών (Σταυρανθών) του γένους Κράμβη (Brassica). Είναι ένα είδος λάχανου και προήλθε από το άγριο λάχανο μετά από συνεχείς καλλιέργειες που είχαν βάση την εξέλιξη των ταξιανθιών. Η καταγωγή του είναι από την Ιταλία εξ’ ου και η επιστημονική του ονομασία Κράμβη η λαχανώδης ποικ. ιταλική (Brassica oleracea var. italica). Είναι ένα γρήγορα αναπτυσσόμενο φυτό ύψους 50-90 εκατοστών και φέρει πυκνές ταξιανθίες στο άκρο του κεντρικού άξονα και των κλαδιών. Τα χρώματα στις ανθοκεφαλές ποικίλουν από πράσινη, μόβ η σκούρο πορτοκαλί ανάλογα με το είδος . Υπάρχουν πολλές ποικιλίες που καλλιεργούνται στις Εύκρατες και ψυχρές περιοχές αφού το μπρόκολο είναι ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες. Ο πολλαπλασιασμός του γίνεται με τη σπορά είτε απευθείας στους αγρούς είτε σε σπορεία και στη συνέχεια, αφού βγουν τα φυτάρια, γίνεται η μεταφύτευση. Το μπρόκολο ευνοείται από την υγρασία και θέλει καλό πότισμα όταν φυτευτεί. Η συγκομιδή των ανθοκεφαλών γίνεται 60-100 μέρες μετά από το φύτεμα ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες και την ποικιλία. Η γεύση του μπρόκολου είναι κάτι ενδιάμεσο μεταξύ λάχανου και κουνουπιδιού. Τρώγεται βραστό σαν σαλάτα, μαγειρεμένο, ωμό και στο ξύδι (τουρσί). Οι Η.Π.Α έχουν τη μεγαλύτερη παραγωγή στον κόσμο και ακολουθουν η Ιταλία , όπου είναι ιδιαίτερα αγαπητό και η Ισπανία. Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκε πολύ η καλλιέργεια αφού αυξήθηκε και η ζήτηση.
Πράσο
Το πράσο είναι ποώδες, διετές, ιθαγενές φυτό και ανήκει στο γένος Άλλιο και στην οικογένεια των Λειριοειδών (Liliaceae). Έχει στενή συγγένεια με το κρεμμύδι και είναι ανθεκτικό φυτό με ζωηρή ανάπτυξη. Η καταγωγή του είναι από τη Μέση Ανατολή και από τις χώρες της ανατολικής Μεσογείου και διαδόθηκε στην Ευρώπη από τους Ρωμαίους. Καλλιεργείται για το βολβό και τα φύλλα του. Ο πολλαπλασιασμός του πράσου γίνεται με σπόρο. Τον πρώτο χρόνο, από ένα βλαστό αναπτύσσονται μακριά φύλλα σε σχήμα λόγχης και μία παχιά σαρκώδη βάση. Οι σαρκώδεις βάσεις των φύλλων καλύπτουν η μία την άλλη και σχηματίζουν ένα σχεδόν κυλινδρικό, παχύ και μακρύ βολβό. Ο βολβός αυτός φτάνει σε μήκος τα 40-50 εκατοστά. Στη βάση του βολβού αναπτύσσεται ένας θύσανος με ρίζες που προχωρούν σε μεγάλο βάθος. Κατά το δεύτερο χρόνο, ανάμεσα από τά φύλλα αναπτύσσεται ένα μακρύ στέλεχος που καταλήγει σε μία μεγάλη ταξιανθία, η οποία έχει 300-400 λευκά ή ρόδινα άνθη. Ο καρπός του πράσου είναι κάψα και περικλείει πολλά μαύρα σπόρια. Η σπορά μπορεί να γίνει είτε απευθείας στο χωράφι, είτε σε ειδικό ψυχρό σπορείο κατά το μήνα Μάρτιο μέχρι τον Ιούνιο. Μετά τη σπορά πρέπει να περάσουν 2 – 3 μήνες, μέχρι να βγουν τα φυτάρια. Η μεταφύτευση γίνεται τους καλοκαιρινούς μήνες, όχι όμως απευθείας, καθώς τα φυτάρια πρέπει να μείνουν σε ειδικό ξηρό μέρος και να ξεραθούν. Η συγκομιδή γίνεται το χειμώνα. Το πράσο είναι ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες και μπορεί να αντέξει και σε θερμοκρασία κοντά στους 0 βαθμούς. Υπάρχουν αρκετές ποικιλίες πράσου. Στην Ελλάδα οι κυριότερες είναι: Τα πράσα καλέμια, με μακρύ τρυφερό βλαστό που καλλιεργούνται στη Βόρεια Ελλάδα. Τα πράσα Άργους, με μακρύ παχύ βλαστό, των οποίων καλλιέργειες βρίσκουμε σε όλη την Ελλάδα και κυρίως στη Μακεδονία. Τα πράσα Αρτάκης, των οποίων ο βολβός τους είναι κοντός και καλλιεργούνται στη Νότια Ελλάδα αλλά σε μικρή έκταση. Τα γιγάντια Ιταλίας, με το μεγαλύτερο παχύ βολβό. Το πράσο μαγειρεύεται είτε ολόκληρο, είτε μόνο ο βολβός του, και χρησιμοποιείται σε σούπες, ως συμπλήρωμα σε πατάτες, με ρύζι (πρασόρυζο), ενώ φτιάχνει και καταπληκτικές σάλτσες. Η γεύση του μοιάζει με αυτή του κρεμμυδιού αλλά είναι πιο ήπια και πιο γλυκιά.
Αγκινάρα
Η αγκινάρα (Cynara cardunculus, Κυνάρα η καρδονίσκη ή αλλιώς Κυνάρα η κάκτος) είναι πολυετές λαχανικό της οικογένειας των Αστεροειδών (Asteraceae),[1] Αναπτύσσεται σε σχήμα θάμνου, ύψους περίπου 1,5 μ. Είναι φυτό ιθαγενές της Αφρικής, καλλιεργείται, όμως, σε πολλά μέρη του σύγχρονου κόσμου σε θέσεις προφυλαγμένες από το δυνατό ψύχος και εδάφη χωρίς πολλή υγρασία. Η ρίζα της αγκινάρας είναι πασσαλώδης και προχωρεί βαθιά στο έδαφος. Τα φύλλα της είναι μεγάλα με βαθιές σχισμές, χρώμα γκριζωπό στο κάτω μέρος και το στέλεχός της είναι μακρύ με διακλαδώσεις. Πολλαπλασιάζεται με παραφυάδες κατά την άνοιξη ή το φθινόπωρο ενώ ο βλαστός της ξεραίνεται το καλοκαίρι. Από το φυτό χρησιμοποιείται στη μαγειρική το άνθος, που έχει σχήμα σφαιρικό, λίγο μακρύ και σαρκώδες. Μαγειρεύεται αφού καθαριστεί από τα πέταλα και το χνούδι, ενώ στην Κρήτη τρώγεται και ωμή με λεμόνι, πολύ νόστιμη και “ειδικός” μεζές για τσικουδιά. Τα εξωτερικά πέταλα του άνθους καταλήγουν σε αγκαθωτή άκρη και είναι σκληρά, μπορούν δε να χρησιμοποιηθούν και για τροφή των ζώων. Η αγκινάρα είναι πλούσια σε βιταμίνες Α, Β1, Β2, νιασίνη και C.[2] Στην Ελλάδα καλλιεργείται στην Αργολίδα,ιδιαίτερα στην περιοχή των Ιρίων και της Κάντιας, στην Κρήτη (όπου βρίσκουμε κυρίως την “άγρια” αγκινάρα με μεγάλα αγκάθια στα πέταλα), στη Λακωνία, στην Κέρκυρα, στην Ηλεία και αλλού, ενώ καλλιεργείται σε όλες σχεδόν τις χώρες της Νότιας Ευρώπης, την Βρετανία και την Γαλλία. Αξίζει να σημειωθεί ότι στα Ίρια Αργολίδας κάθε Μάιο μήνα διεξάγεται η γιορτή της αγκινάρας.

Καρποφόρα-Φρουτώδη

(Ώριμος – ανώριμος καρπός)
Ντομάτα
Η τομάτα, αλλιώς και ντομάτα, (επιστ. Στρύχνον το λυκοπερσικόν Solanum lycopersicum συνώνυμο Lycopersicon esculentum, Λυκοπερσικόν το εδώδιμον) είναι ένα φυτό της οικογένειας των Στρυχνοειδών (Solanaceae), ιθαγενές της Κεντρικής και Νοτίου Αμερικής, από το Μεξικό μέχρι το Περού. Ζει μόνο μερικά χρόνια και συνήθως καλλιεργείται ως μονοετές φυτό. Τυπικά φτάνει τα 1-3 μ. ύψος, αλλά δεν έχει αρκετά ανθεκτικό βλαστό και στηρίζεται σε άλλα φυτά. Τα φύλλα έχουν μήκος 10-25 εκ. και είναι σύνθετα, αποτελούμενα από 5-9 μικρότερα φύλλα το καθένα μέχρι και 8 εκ. μακρύ με πριονοειδή περιφέρεια. Τόσο ο βλαστός του φυτού όσο και τα φύλλα φέρουν τρίχωμα. Τα λουλούδια έχουν διάμετρο 1-2 εκ., είναι κίτρινα με πέντε μυτερούς λοβούς και μεγαλώνουν σε ομάδες αποτελούμενες από 3-12. Το φυτό κάποτε λέγεται και τοματιά / ντοματιά. Υπάρχουν τομάτες θερμοκηπίου (αναρριχώμενες) και υπαίθριες τομάτες (ημιαναρριχώμενες και αυτοκλαδευόμενες) Οι αναρριχώμενες και οι ημιαναρριχώμενες χρειάζονται στήριξη η οποία γίνεται είτε με σπάγκο (θερμοκήπιο από οριζόντιο σύρμα) είτε σε καλάμια όταν πρόκειται για υπαίθρια καλλιέργεια. Οι αυτοκλαδευόμενες τομάτες δεν χρειάζονται στήριξη διότι τυφλώνουν μόνες τους την κορυφή τους και δεν αυξάνονται προς τα πάνω.
Καλλιέργεια ντομάτας
Ασθένειες ντομάτας
Εχθροί ντομάτας
Ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών ντομάτας
Πιπεριά
Η πιπεριά είναι καλλιεργούμενη για τον ομώνυμο καρπό της, αγγειόσπερμο, δικότυλο, ποώδες και θαμνώδες φυτό. Ανήκει στην τάξη Στρυχνώδη της οικογένειας Στρυχνοειδών (Solanaceae). Η πιπεριά υπάρχει σε 50 περίπου είδη ανά τον κόσμο, άλλοτε με γλυκούς και άλλοτε με καυτερούς καρπούς. Το φυτό έχει ύψος 50–75 εκατοστά, βλαστούς που στην αρχή είναι τρυφεροί και στην συνέχεια ξυλώδεις, φύλλα σχετικά μικρά, ανοιχτοπράσινα, άνθη λευκά που φύονται μεμονωμένα σε ομάδες των 2 ή 3. Ο καρπός της πιπεριάς είναι πολύσπερμος πράσινος ή κιτρινοπράσινος που γίνεται κόκκινος ή κίτρινος όταν ωριμάσει. Το σχήμα του, ανάλογα με την ποικιλία, είναι κωνικό και μακρύ έως σφαιρικό ή τοματόμορφο. Οι γλυκείς καρποί είναι μεγαλύτεροι από τους καυτερούς, αυλακωτοί και διογκωμένοι. Μαζεύονται 60–80 μέρες μετά από τη μεταφύτευση του φυταρίου από το φυτώριο και όταν έχουν ζωηρό πράσινο χρώμα, πριν ωριμάσουν. Πλούσιοι σε βιταμίνη C και βιταμίνη Α, τρώγονται σε σαλάτες ή μαγειρεμένοι. Αποτελούν ένα από τα κύρια υλικά της Ελληνικής κουζίνας, καθώς χρησιμοποιούνται στη χωριάτικη σαλάτα, στα γεμιστά, αλλά και ως συμπλήρωμα σε σάλτσες κ.λ.π.
Καλλιέργεια πιπεριάς
Ασθένειες πιπεριάς
Εχθροί πιπεριάς
Ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών πιπεριάς
Μελιτζάνα
Η μελιτζάνα (επισ. Solanum melongena Στρύχνον η μελιτζάνα) είναι ποώδες, πολυετές φυτό του γένους Στρύχνον (Solanum) της οικογένειας των Στρυχνοειδών (Solanaceae) και καλλιεργείται για τον ομώνυμο καρπό της. Το όνομά της προέρχεται από παραλλαγή της λατινικής της ονομασίας melongena. Με αλλαγή του “b” σε “m” προέκυψε στα ιταλικά η λέξη “melanzana” (πέρασε στα ελληνικά ως “μελιτζάνα”. Στην αρχαιότητα, ήταν ιθαγενές φυτό της Ινδίας, αλλά καλλιεργούνταν προϊστορικά και στην Κίνα και την Κεντρική Ασία. Η πρώτη γραπτή αναφορά για το φυτό εντοπίζεται σε μια αρχαία κινέζικη αγροτική πραγματεία το 544 π.Χ.[4]. Στην Ευρώπη ήρθε μάλλον με τους Άραβες. Στην Ελλάδα έφτασε το 12ο-13ο αιώνα και από τότε αποτελεί ένα από τα βασικά συστατικά της Μεσογειακής διατροφής.
Καλλιέργεια μελιτζάνας
Ασθένειες μελιτζάνα
Εχθροί μελιτζάνας
Ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών μελιτζάνας
Αγγούρι
Το αγγούρι είναι καρπός φυτού της ίδιας οικογένειας (Κολοκυνθοειδή) με τα φυτά που παράγουν το πεπόνι, το καρπούζι και το κολοκύθι. Είναι καρπός του ετήσιου φυτού της αγγουριάς (Cucumis sativus) που έρπει και αναρριχάται. Η προέλευση του είναι από την Ινδία όπου το καλλιεργούσαν πριν από 3.000 χρόνια. Επίσης ήταν γνωστό και στην Αρχαία Ελλάδα αλλά και στους Ρωμαίους. Στη συνέχεια διαδόθηκε και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Επάνω στο ίδιο φυτό υπάρχουν αρσενικά και θηλυκά άνθη. Τα φύλλα του είναι τριχωτά και έχουν μέχρι 5 λοβούς. Το αγγούρι είναι επίμηκες, κυλινδρικό, πράσινου χρώματος εξωτερικά και ελαφρύ πράσινου έως λευκού εσωτερικά . Τρώγεται είτε σκέτο, είτε σε σαλάτες είναι δε το κύριο συστατικό στη χωριάτικη σαλάτα και στο τζατζίκι. Επίσης χρησιμοποιείται σε διάφορες κρέμες ομορφιάς. Έχει λίγες βιταμίνες, κυρίως C, B1, B2 ενώ βιταμίνη Α υπάρχει στο φλοιό. Η αγγουριά καλλιεργείται το καλοκαίρι στην ύπαιθρο και τον υπόλοιπο χρόνο σε θερμοκήπια, γιατί είναι ευαίσθητη στο κρύο. Η υψηλή θερμοκρασία και η υγρασία ευνοούν την ανάπτυξη της.
Καλλιέργεια αγγουριάς
Ασθένειες αγγουριάς
Εχθροί αγγουριάς
Αμπελοφάσουλο
Το Αμπελοφάσουλο ανήκει στην οικογένεια Leguminosae της τάξης Rosales, της κλάσης των Δικοτυλήδονων. Είναι φυτό ετήσιο, ποώδες, με έρπουσα ανάπτυξη. Τα φύλλα του είναι σύνθετα αποτελούμενα από τρία έμμισχα ρομβοειδή φυλλάρια. Τα άνθη του είναι λευκά ή ρόδινα ή ιώδη και φέρονται ανά δυο ή τρία στην άκρη μασχαλιαίων αξόνων. Ο καρπός του είναι λοβός, στενός, λεπτός, ευθύς με μήκος πέντε έως δώδεκα εκατοστά. Τα σπέρματα είναι μικρά σχεδόν στρογγυλά ως νεφροειδή, με χρώμα λευκό και μαύρο γύρω από το μάτι (μαυρομάτικα).
Καλαμπόκι
Το καλαμπόκι ή αραβόσιτος ή αραποσίτι ( σίταρος ή σιταροπούλα στην Κύπρο) έχει την επιστημονική ονομασία Zea mays. Η ελληνική επιστημονική ονομασία του φυτού είναι Αραβόσιτος ο κοινός. Αναφέρεται και ως Ζέα η μαϋς[2]. Είναι σιτηρό της οικογένειας των Ποοειδών (Poaceae) ή Αγρωστωδών (Gramineae) και κατάγεται από την Αμερικάνικη ήπειρο όπου ήδη πριν απο 5.500 χρόνια το καλλιεργούσαν οι Ίνκας, οι Μάγια και οι Αζτέκοι. Η Ελληνική ονομασία του, «αραβόσιτος», σημαίνει «ο σίτος (σιτάρι) των Αράβων» και εισήχθη στην Ελλάδα το 1600 από τη Βόρεια Αφρική. Η ετυμολογία της λέξης “καλαμπόκι” παραμένει ακόμα αβέβαιη. Έχουν προταθεί οι εξής εκδοχές: 1. Αλβανικά kalambok 2. Ιταλικά calambochi 3. Τούρκικα kalembek 4. Η ονομασία Mayz (Μαϋς) προέρχεται από τη γλώσσα Ταΐνη (Mahiz) των ιθαγενών της Καραϊβικής, μέσω της ισπανικής (Maíz).
Καρπούζι
Το καρπούζι (επιστ.: Κίτρουλλος ο εριώδης, Citrullus lanatus) είναι ένα φρούτο το οποίο προέρχεται από τη νότια Αφρική. Οι ποικιλίες που καταναλώνονται σήμερα μπορούν να φτάσουν σε βάρος αρκετά κιλά. Το καρπούζι είναι λείο εξωτερικά με χρώμα αποχρώσεις του πράσινου και ενίοτε με εναλλασσόμενες σκούρες και ανοικτές πράσινες ρίγες. Ο φλοιός του είναι αρκετά σκληρός, με πάχος περίπου ένα εκατοστό και άσπρο χρώμα στο εσωτερικό. Το κύριο μέρος του καρπουζιού στο εσωτερικό είναι μαλακό, κόκκινο, περιέχει μεγάλο αριθμό μαύρων σπόρων (ή και άσπρων) και περιέχει μεγάλες ποσότητες νερού.Το καρπούζι εμφανίζεται σε ιερογλυφικά της Αρχαίας Αιγύπτου. Τον 10ο αιώνα μ.Χ. καλλιεργείται στην Κίνα και τον 13ο αιώνα εμφανίζεται στην Ευρώπη. Η ελληνική λέξη για τον καρπό είναι «υδροπέπων» (αντίστοιχα στην αγγλική γλώσσα water-melon). Η λέξη «καρπούζι» προέρχεται από την αντίστοιχη τουρκική karpuz, η οποία ανάγεται στην περσική xarbuz(a). Στην Κύπρο δε, χρησιμοποιείται και η αραβική ονομασία “παττίχα”.
Κολοκύθα
Η κολοκυθιά είναι αγγειόσπερμο, δικότυλο, αναρριχητικό φυτό που ανήκει στην οικογένεια των Κολοκυνθοειδών (Cucurbitaceae). Οι κολοκυθιές είναι γενικά λαχανοκομικά φυτά και οι καρποί τους, ανάλογα με το είδος καταναλώνονται στη μαγειρική ή χρησιμοποιούνται για καλλωπιστικούς σκοπούς. Είναι μονοετή ή και πολυετή φυτά, φέρουν έλικες και οι βλαστοί τους είναι πράσινοι, κυλινδρικοί, τριχωτοί. Τα φύλλα τους είναι μεγάλα, πλατιά, παλαμοειδή και οι μίσχοι τους μακριοί. Τα άνθη της κολοκυθιάς είναι μεγάλα κίτρινου χρώματος, μονογενή. Τα αρσενικά άνθη φέρουν μακρύ ποδίσκο και τα θηλυκά κοντό. Ο πολλαπλασιασμός της γίνεται με σπορά και η ανάπτυξη της είναι πολύ γρήγορη. Είναι φυτό της καλοκαιρινής περιόδου και δεν αναπτύσσεται στο ψύχος. Η καλλίτερη θερμοκρασία είναι γύρω στους 22 βαθμούς. Όταν υπάρχει αρκετή ζέστη τότε χρειάζεται αρκετό πότισμα. Στην υγρασία το φυτό αναπτύσσεται πολύ καλά, ενώ το έδαφος πρέπει να είναι πλούσιο σε οργανικές ουσίες και γενικά μέσης συστάσεως. Η λίπανση με κοπριά ή οργανικά λιπάσματα θεωρείται απαραίτητη. Κατά τη χειμερινή περίοδο η καλλιέργεια γίνεται σε θερμοκήπια.
Κουκί
Η κουκιά (Ελληνικά: Κύαμος ο κοινός, Λατινικά: Faba vulgaris ή Ελληνικά: Βίκια η φάβα, Λατινικά:Vicia faba) είναι ποώδες, ετήσιο φυτό της οικογένειας των Κυαμοειδών, του γένους Βίκος (Vicia) που καλλιεργείται για τους καρπούς του. Τα φύλλα της είναι σύνθετα πτερωτά, τα άνθη της σχηματίζουν βότρυες και μοιάζουν με αυτά της μπιζελιάς. Είναι χρώματος λευκού ή μοβ έχοντας μία χαρακτηριστική μαύρη κηλίδα σε κάθε πέταλο. Το ύψος του φυτού φτάνει το 1 μέτρο και η συγκομιδή των καρπών είναι σχετικά εύκολη αφού ο βλαστός του είναι ίσιος ενώ στα περισσότερα άλλα είδη των ψυχανθών είναι περιεστραμμένος. Καλλιεργείται σε ψυχρές και εύκρατες περιοχές. Η καταγωγή της είναι από την Ασία και η Κίνα έχει τη μεγαλύτερη παραγωγή στο κόσμο. Ευδοκιμεί σε όλα τα χώματα που έχουν καλή στράγγιση. Η σπορά γίνεται τον Οκτώβριο και το πότισμα την Άνοιξη.Ο καρπός είναι κοντός, χοντρός, και άμισχος και περιέχει έως 10 μεγάλα ογκώδη σπόρια, τα γνωστά κουκιά. Η θρεπτική αξία των κουκιών είναι μεγάλη αφού είναι πλούσια σε πρωτεΐνες. Κάθε καρπός περιέχει νερό 72%, πρωτεΐνες 8%, υδατάνθρακες 20%, φυτικές ίνες 5%, φυτικά έλαια 1%. Είναι πλούσια σε φολικό οξύ (104 mg ανά 100 γραμμ.), φωσφόρο, μαγγάνιο, μαγνήσιο, χαλκό, κάλιο, νάτριο, σίδηρο. Περιέχει επίσης λιπαρά οξέα ω6 152 mg/100γρ και ω3 12.0 mg/100γρ.
Μπάμια
Η μπάμια είναι αγγειόσπερμο , ποώδες, ετήσιο φυτό, ανήκει δε στο γένος Ιβίσκος (Hibiscus) και στην οικογένεια των Μαλαχοειδών (Malvaceae). Η επίσημη ονομασία του είδους είναι Hibiscus esculentus (Ιβίσκος ο εδώδιμος). Η καταγωγή της είναι από την Αφρική και σήμερα καλλιεργείται σε όλες τις τροπικές και εύκρατες περιοχές για τον ομώνυμο καρπό της. Ο βλαστός της φτάνει τα δύο μέτρα ύψος, τα φύλλα της είναι σε σχήμα καρδιάς, με μακριούς μίσχους και έχουν 3-5 λοβούς. Τα άνθη της έχουν κίτρινο χρώμα, ενώ το κέντρο τους είναι σκούρο κόκκινο. Οι καρποί του φυτού, οι μπάμιες. Ο καρπός είναι μακρύς, τριχωτός, με γωνίες και μήκος από 5-15 εκατοστά και τρώγεται μόνο όταν είναι άγουρος. Το τοίχωμα του καρπού είναι σαρκώδες και βλεννώδες, ενώ, όταν ωριμάσει, ο καρπός γίνεται ξυλώδης. Οι μπάμιες τρώγονται μαγειρεμένες, σκέτες ή με κρέας, γίνονται κονσέρβες ή τουρσί με πίκλες. Πριν μαγειρευτούν συνηθίζεται να μουλιάζονται σε ξύδι και νερό, προκειμένου να μην έχουν βλεννώδη υφή όταν τρώγονται.
Μπιζέλι
Φυτό και καρπός είναι και λέγεται ο Αρακάς ή Μπιζέλι ή πίσον (Επιστημονικό όνομα Pisum sativum) της Οικογένειας Leguminosae (οφείλει τη σημερινή ονομασία του στο αρχαιοελληνικό “πίσον” που μετονομάστηκε στα λατινικά σε “pisum” για να καταλήξει στο ιταλικό “pisello” και στο μεταγενέστερο ελληνικό “πιζέλιον” ή “μπιζέλιον”!) . Άλλοι ονομάζουν Μπιζέλι το φυτό. Ενω αρακά λένε τον καρπό (χωρίς το περικάρπιο). Tο Μπιζέλι φυτρώνει και αναπτύσσεται πιο εύκολα. Οι λοβοί του μπιζελιού είναι πιο πεπλατυσμένοι και η παρουσία των καρπών (σπερμάτων) δεν διακρίνονται εξωτερικά. Επιπλέον οι λοβοί είναι πιο μαλακοί, γι΄αυτό και τρώγονται-μαγειρεύονται όπως είναι (δηλ. μαζί με τη φλούδα-περικάρπιο).Το μπιζέλι είναι ετήσιο φυτό, που αναπτύσσεται πολύ γρήγορα. Ευδοκιμεί σε καλά αποστραγγιζόμενο αμμώδες έδαφος με επαρκή υγρασία και σε δροσερές καιρικές συνθήκες. Οι καρποί, εμφανίζονται κατά το τέλος του χειμώνα ή την άνοιξη.
Πεπόνι
Το πεπόνι, Αρχ. πέπων (ο κοινός), είναι ο καρπός της πεπονιάς. Ανάλογα με την ποικιλία τα πεπόνια διαφέρουν στο σχήμα, στο μέγεθος, στο χρώμα της φλούδας και της σάρκας, στο άρωμα και στη γεύση. Έτσι έχουμε σχήμα στρογγυλό ή ωοειδές, φλούδα παχιά ή λεπτή, χρώμα κίτρινο ή πρασινωπό, επιφάνεια φλούδας λεία ή με γραμμώσεις, γεύση γλυκιά και αρωματική, σάρκα στερεή, χυμώδης, μαλακιά ή σκληρή που στο κέντρο της σχηματίζει κενό και εκεί βρίσκονται οι πολυάριθμοι σπόροι. Τα πεπόνια είναι από τα πιο διαδεδομένα καλοκαιρινά φρούτα. Στην Ελλάδα οι μεγαλύτερες καλλιέργειες βρίσκονται στην Πελοπόννησο στην Κρήτη και στη Θράκη, ενώ συνολικά καλλιεργούνται 65.000 στρέμματα με την ετήσια παραγωγή να φτάνει τους 20.000 τόνους. Η Κίνα έχει την μεγαλύτερη παραγωγή πεπονιών στον κόσμο. Ακολουθούν η Ισπανία, η Τουρκία το Ισραήλ και οι Η.Π.Α.
Φασόλι
Το φασόλι είναι ο καρπός της φασολιάς. Είναι εδώδιμος καρπός και θρεπτικό όσπριο. Γνωστό φαγητό με βάση το φασόλι είναι η φασολάδα. ΙστορίαΔιάφορες ποικιλίες φασολιών έχουν προέλθει από διάφορες περιοχές σε όλο τον κόσμο, από την Αφρική έως την Νότια Αμερική. Η παλαιότερη ένδειξη καλλιέργειας φασολιών πιστεύεται ότι έχει βρεθεί μέσα σε μια σπηλιά στις Περουβιανές Άνδεις. Τα φασόλια αναπτύχθηκαν για πάνω από 8.000 χρόνια, δίδοντας μια πολύτιμη πηγή τροφής στους ιθαγενείς πληθυσμούς των ανθρώπων. Στα αγγλικά ο αρχικός τύπος των φασολιών ονομάζεται pole beans (σημαίνει εκτός των άλλων και κοντάρι ή άξονας). Τα φασόλια αυτά, από τις νότιες περιοχές της Χιλής και της Αργεντινής ως τη βόρεια λίμνη Χιουρόν αποτέλεσαν ένα σημαντικό κομμάτι της διατροφής των διαφόρων αγροτικών φυλών. Τα θαμνώδη φασόλια είναι ένα νέο φαινόμενο στην καλλιέργεια των φασολιών. Έχουν την ικανότητα να αναπτύσσονται χωρίς την ανάγκη υποστήριξης και προήλθαν από την κλασική ποικιλία των φασολιών μετά από προσεκτική επιλογή. Αυτή η νέα κατηγορία των φασολιών εμφανίστηκε στην πεδιάδα της Οαχάκα στο νότιο Μεξικό πριν 1.000 χρόνια.
Twitter Facebook Pinterest LinkedIn
PrevΤροφοπενία   Καλλωπιστικών

Τροφοπενία Καλλωπιστικών

June 26, 2020

Ριζωματώδη:

June 26, 2020
NextΡιζωματώδη:

Σχετικά

Καρποφόρα-ΦρουτώδηΛαχανικά

ΚΑΡΠΟΦΟΡΑ – ΦΡΟΥΤΩΔΗ (ΛΑΧΑΝΙΚΑ)

Καρποφόρα-ΦρουτώδηΛαχανικάΝτομάτα

Καλλιέργεια Ντομάτας

Καρποφόρα-ΦρουτώδηΛαχανικάΠιπεριά

Καλλιέργεια Πιπεριάς

Κατηγορίες
  • Εσωτερικού Χώρου
    • Αναρριχώμενα καλλωπιστικά
    • Τοξοειδή καλλωπιστικά
    • Θαμνώδη καλλωπιστικά
    • Όρθια καλλωπιστικά
    • Κρεμοκλαδή καλλωπιστικά
    • Ροδακοειδή καλλωπιστικά
  • Εξωτερικού Χώρου
    • Αναρριχώμενα φυτά
    • Aρωματικά φυτά
    • Βολβώδη – Κονδυλ. – Ριζωμ.
    • Εποχιακά φυτά
    • Καλλωπιστικoί θάμνοι
      • Φυλλοβόλοι Θάμνοι
    • Καλλωπιστικά δένδρα
      • Φυλλοβόλα δένδρα
      • Κωνοφόρα δένδρα
    • Ποώδη φυτά
  • Οπωροφόρα
    • Εμπύρηνοι καρποί
    • Εσπεριδοειδή
    • Μουροειδή
    • Σαρκώδη Φρούτα
    • Τροπικά φρούτα
  • Λαχανικά
    • Ιδιότητες – Εισαγωγικά
    • Καρποφόρα-Φρουτώδη
      • Ντομάτα
      • Πιπεριά
      • Μελιτζάνα
      • Αγγουριά
    • Βολβοί – Ανώριμες ταξιανθίες
    • Φυλλώδη
    • Στελεχώδη – Κονδυλώδη
    • Ριζωματώδη
  • Προβλήματα φυτών
    • ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΦΥΤΩΝ
      • ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΦΥΤΩΝ Γενικά
      • Ασθένειες Λαχανικών
      • Ασθένειες καλλωπιστικών φυτών
      • Ασθένειες Πηρινόκαρπων Φυτών
      • Ασθένειες Μηλοειδών Φυτών
      • Ασθένειες Εσπεριδοειδών Φυτών
    • Εχθροί
      • Κυριώτεροι Εχθροί Φυτών
      • Κυριώτεροι Εχθροί Λαχανικών
      • Εχθροί δημοφιλών λαχανικών.
      • Εχθροί Καλλωπιστικών φυτών
      • Εχθροί Πηρινόκαρπων
      • Εχθροί Μηλοειδών
      • Εχθροί εσπεριδοειδών
    • ΤΡΟΦΟΠΕΝΙΑ ΦΥΤΩΝ
      • Τροφοπενία Γενικά
      • Τροφοπενία Λαχανικών
      • Τροφοπενία Καλλωπιστικών
      • Τροφοπενία Πυρινικαρπων
      • Τροφοπενία Εσπεριδοειδών
      • Τροφοπενία Μηλοειδών

Copyright © 2020 Φυτώριο Χρήσττος  Γιαντσάκης   Giantsakis Plants. All Rights Reserved

Χρησιμοποιούμε cookies στον ιστότοπό μας για να σας προσφέρουμε την πιο σχετική εμπειρία, θυμόμαστε τις προτιμήσεις σας και τις επανειλημμένες επισκέψεις. Κάνοντας κλικ στο "Αποδοχή", αποδέχεστε τη χρήση ΟΛΩΝ των cookies. Ωστόσο, μπορείτε να επισκεφθείτε τις Ρυθμίσεις cookie για να δώσετε μια ελεγχόμενη συγκατάθεση.
Ρυθμίσεις cookiesΑΠΟΔΟΧΗ
Πολιτική απορρήτου και cookie

Επισκόπηση απορρήτου

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας ενώ περιηγείστε στον ιστότοπο. Από αυτά τα cookies, τα cookies που κατηγοριοποιούνται ως απαραίτητα αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας καθώς είναι απαραίτητα για την λειτουργία των βασικών λειτουργιών του ιστότοπου. Χρησιμοποιούμε επίσης cookies από αξιόπιστους τρίτους ιστοτόπους που μας βοηθούν να αναλύσουμε και να κατανοήσουμε πώς χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο. Αυτά τα cookies θα αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας μόνο με την ΑΠΟΔΟΧΗ σας. Έχετε επίσης τη δυνατότητα να εξαιρεθείτε από αυτά τα cookies. Ωστόσο, η εξαίρεση ορισμένων από αυτά τα cookies μπορεί να επηρεάσει την εμπειρία περιήγησής σας.
Απαραίτητα cookies
Πάντα ενεργοποιημένο

Τα απαραίτητα cookies είναι απολύτως απαραίτητα για την σωστή λειτουργία του ιστότοπου. Αυτή η κατηγορία περιλαμβάνει μόνο cookies που εξασφαλίζουν βασικές λειτουργίες και χαρακτηριστικά ασφαλείας του ιστότοπου. Αυτά τα cookies δεν αποθηκεύουν προσωπικές πληροφορίες.

Μη απαραίτητα cookies

Τα cookies που ενδέχεται να μην είναι ιδιαίτερα απαραίτητα για την λειτουργία του ιστότοπου και χρησιμοποιούνται ειδικά για τη συλλογή προσωπικών δεδομένων χρηστών μέσω αναλυτικών στοιχείων, διαφημίσεων ή άλλων ενσωματωμένων περιεχομένων ορίζονται ως μη απαραίτητα cookies. Είναι υποχρεωτικό να εξασφαλιστεί η συγκατάθεση του χρήστη πριν από την εκτέλεση αυτών των cookies στον ιστότοπό σας